Stars Α

 83 (ασκήσεις σχολικού)

 

Κεφάλαιο 82
[1] Σ’ αυτές τις ακρότητες έφτασε ο εμφύλιος πόλεμος και προκάλεσε μεγάλη εντύπωση, γιατί ήταν ο πρώτος που έγινε. Αργότερα μπορεί κανείς να πει ότι ολόκληρος ο Ελληνισμός συνταράχτηκε, γιατί παντού σημειώθηκαν εμφύλιοι σπαραγμοί. Οι δημοκρατικοί καλούσαν τους Αθηναίους να τους βοηθήσουν και οι ολιγαρχικοί τους Λακεδαιμονίους. Όσο διαρκούσε η ειρήνη δεν είχαν ούτε πρόφαση, αλλά ούτε την διάθεση να τους καλέσουν για βοήθεια. Με τον πόλεμο, όμως, καθεμιά από τις αντίπαλες πολιτικές παρατάξεις μπορούσε εύκολα να βρει ευκαιρία να προκαλέσει εξωτερική επέμβαση για να καταστρέψει τους αντιπάλους της και να ενισχυθεί η ίδια για ν’ ανατρέψει το πολίτευμα. [2] Οι εμφύλιες συγκρούσεις έφεραν μεγάλες κι αμέτρητες συμφορές στις πολιτείες, συμφορές που γίνονται και θα γίνονται πάντα όσο δεν αλλάζει η φύση του ανθρώπου, συμφορές που μπορεί να είναι βαρύτερες ή ελαφρότερες κ’ έχουν διαφορετική μορφή ανάλογα με τις περιστάσεις. Σε καιρό ειρήνης και όταν ευημερεί ο κόσμος και οι πολιτείες, οι άνθρωποι είναι ήρεμοι γιατί δεν τους πιέζουν ανάγκες φοβερές. Αλλ’ όταν έρθει ο πόλεμος που φέρνει στους ανθρώπους την καθημερινή στέρηση, γίνεται δάσκαλος της βίας κ’ ερεθίζει τα πνεύματα του πλήθους σύμφωνα με τις καταστάσεις που δημιουργεί. [3] O εμφύλιος πόλεμος, λοιπόν, μεταδόθηκε από πολιτεία σε πολιτεία. Κι όσες πολιτείες έμειναν τελευταίες, έχοντας μάθει τι είχε γίνει αλλού, προσπαθούσαν να υπερβάλουν σ’ επινοητικότητα, σε ύπουλα μέσα και σε ανήκουστες εκδικήσεις. [4] Για να δικαιολογούν τις πράξεις τους άλλαζαν ακόμα και την σημασία των λέξεων. Η παράλογη τόλμη θεωρήθηκε ανδρεία και αφοσίωση στο κόμμα, η προσωπική διστακτικότητα θεωρήθηκε δειλία που κρύβεται πίσω από εύλογες προφάσεις και η σωφροσύνη προσωπίδα της ανανδρίας. Η παραφορά θεωρήθηκε ανδρική αρετή, ενώ η τάση να εξετάζονται προσεκτικά όλες οι όψεις ενός ζητήματος θεωρήθηκε πρόφαση για υπεκφυγή. [5] Όποιος ήταν έξαλλος γινόταν ακουστός, ενώ όποιος έφερνε αντιρρήσεις γινόταν ύποπτος. Όποιον επινοούσε κανένα τέχνασμα και πετύχαινε, τον θεωρούσαν σπουδαίο, κι όποιον υποψιαζόταν σύγκαιρα και φανέρωνε τα σχέδια του αντιπάλου, τον θεωρούσαν ακόμα πιο σπουδαίο. Ενώ όποιος ήταν αρκετά προνοητικός, ώστε να μην χρειαστούν τέτοια μέσα, θεωρούσαν ότι διαλύει το κόμμα και ότι είναι τρομοκρατημένος από την αντίπαλη παράταξη. Με μια λέξη, όποιος πρόφταινε να κάνει κακό πριν από άλλον, ήταν άξιος επαίνου, καθώς κ’ εκείνος που παρακινούσε στο κακό όποιον δεν είχε σκεφτεί να το κάνει. [6] Αλλά και η συγγένεια θεωρήθηκε χαλαρότερος δεσμός από την κομματική αλληλεγγύη, γιατί οι ομοϊδεάτες ήταν έτοιμοι να επιχειρήσουν οτιδήποτε, χωρίς δισταγμό, και τούτο επειδή τα κόμματα δεν σχηματίστηκαν για να επιδιώξουν κοινή ωφέλεια με νόμιμα μέσα, αλλά, αντίθετα, για να ικανοποιήσουν την πλεονεξία τους παρανομώντας. Και η μεταξύ τους αλληλεγγύη βασιζόταν περισσότερο στην συνενοχή τους παρά στους όρκους τους στους θεούς. [7] Τις εύλογες προτάσεις των αντιπάλων τις δέχονταν με υστεροβουλία και όχι με ειλικρίνεια για να φυλαχτούν από ένα κακό αν οι άλλοι ήταν πιο δυνατοί. Και προτιμούσαν να εκδικηθούν για κάποιο κακό αντί να προσπαθήσουν να μην το πάθουν. Όταν έκαναν όρκους για κάποια συμφιλίωση, τους κρατούσαν τόσο μόνο όσο δεν είχαν την δύναμη να τους καταπατήσουν, μη έχοντας να περιμένουν βοήθεια από αλλού. Αλλά μόλις παρουσιαζόταν ευκαιρία, εκείνοι που πρώτοι είχαν ξαναβρεί το θάρρος τους, αν έβλεπαν ότι οι αντίπαλοι τους ήταν αφύλαχτοι, τους χτυπούσαν κ’ ένοιωθαν μεγαλύτερη χαρά να τους βλάψουν εξαπατώντας τους, παρά χτυπώντας τους ανοιχτά. Θεωρούσαν ότι ο τρόπος αυτός όχι μόνο είναι πιο ασφαλής αλλά και βραβείο σε αγώνα δόλου. Γενικά είναι ευκολότερο να φαίνονται επιδέξιοι οι κακούργοι, παρά να θεωρούνται τίμιοι όσοι δεν είναι δόλιοι. Οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να κάνουν το κακό και να θεωρούνται έξυπνοι, παρά να είναι καλοί και να τους λένε κουτούς. [8] Αιτία όλων αυτών ήταν η φιλαρχία που έχει ρίζα την πλεονεξία και την φιλοδοξία που έσπρωχναν τις φατρίες ν’ αγωνίζονται με λύσσα. Οι αρχηγοί των κομμάτων, στις διάφορες πολιτείες, πρόβαλλαν ωραία συνθήματα. Ισότητα των πολιτών από την μια μεριά, σωφροσύνη της αριστοκρατικής διοίκησης από την άλλη. Προσποιούνταν έτσι ότι υπηρετούν την πολιτεία, ενώ πραγματικά ήθελαν να ικανοποιήσουν προσωπικά συμφέροντα και αγωνίζονταν με κάθε τρόπο να νικήσουν τους αντιπάλους τους. Τούτο τους οδηγούσε να κάνουν τα φοβερότερα πράματα επιδιώκοντας να εκδικηθούν τους αντιπάλους τους, όχι ως το σημείο που επιτρέπει η δικαιοσύνη ή το συμφέρον της πολιτείας, αλλά κάνοντας τις αγριότερες πράξεις, με μοναδικό κριτήριο την ικανοποίηση του κόμματος τους. Καταδίκαζαν άνομα τους αντιπάλους τους ή άρπαζαν βίαια την εξουσία, έτοιμοι να κορέσουν το μίσος τους. Καμιά από τις δύο παρατάξεις δεν είχε κανέναν ηθικό φραγμό κ’ εκτιμούσε περισσότερο όσους κατόρθωναν να κρύβουν κάτω από ωραία λόγια φοβερές πράξεις. Όσοι πολίτες ήταν μετριοπαθείς θανατώνονταν από την μια ή την άλλη παράταξη, είτε επειδή είχαν αρνηθεί να πάρουν μέρος στον αγώνα είτε επειδή η ιδέα και μόνο ότι θα μπορούσαν να επιζήσουν προκαλούσε εναντίον τους τον φθόνο.
(Μετάφραση: Άγγελος Βλάχος)
 
Κεφάλαιο 83
[1] Έτσι οι εμφύλιοι σπαραγμοί έγιναν αιτία ν’ απλωθεί σ’ όλο τον ελληνικό κόσμο κάθε μορφή κακίας και το ήθος, που είναι το κύριο γνώρισμα της ευγενικής ψυχής, κατάντησε να είναι καταγέλαστο κ’ εξαφανίστηκε. [2] Ο ανταγωνισμός δημιούργησε απόλυτη δυσπιστία και δεν υπήρχε τρόπος που να μπορεί να την διαλύσει, ούτε εγγυήσεις ούτε όρκοι φοβεροί. Όλοι, όταν επικρατούσαν, ξέροντας ότι δεν υπήρχε ελπίδα να κρατηθούν μόνιμα στην εξουσία, προτιμούσαν, αντί να δώσουν πίστη στους αντιπάλους τους, να πάρουν τα μέτρα τους για να μην πάθουν οι ίδιοι. [3] Τις περισσότερες φορές επικρατούσαν οι διανοητικά κατώτεροι. Φοβόνταν την δική τους ανεπάρκεια και την ικανότητα των αντιπάλων τους κ’ έτσι, για να μην νικηθούν στην συζήτηση και για να μην πέσουν θύματα των όσων οι άλλοι θα επινοούσαν, δεν είχαν κανένα δισταγμό να προχωρήσουν σε βίαιες πράξεις. [4] Όσοι, πάλι, περιφρονούσαν τους αντιπάλους τους, νόμιζαν ότι μπορούσαν σύγκαιρα να καταλάβουν τα σχέδιά τους. Θεωρούσαν ότι δεν ήταν ανάγκη να μεταχειριστούν βία για τα όσα μπορούσαν, καθώς νόμιζαν, να πετύχουν με τις ραδιουργίες τους. Έτσι, τις περισσότερες φορές, δεν φυλάγονταν και οι αντίπαλοι τους τους αφάνιζαν.
(Μετάφραση: Άγγελος Βλάχος)
 
Ασκήσεις
1Πώς εξηγεί ο Θουκυδίδης στο 3.82 τη σταδιακή επέκταση των εμφύλιων πολέμων σε όλες τις ελληνικές πόλεις;
 
Μετά τον εμφύλιο πόλεμο στην Κέρκυρα, το φαινόμενο αυτό επεκτάθηκε και στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις, καθώς, όπως επισημαίνει ο ιστορικός, η συνεχιζόμενη σύγκρουση ανάμεσα στους Αθηναίους και τους Σπαρτιάτες, διαμόρφωσε το κατάλληλο κλίμα για τις εμφύλιες αυτές διαμάχες. Οι δημοκρατικοί κάθε πόλης ζητούσαν τη συνδρομή των Αθηναίων κι οι ολιγαρχικοί τη συνδρομή των Σπαρτιατών, έχοντας κάθε πολιτική παράταξη την προσδοκία πως η επέμβαση των εξωτερικών αυτών δυνάμεων θα οδηγούσε στη συντριβή των αντιπάλων της και κατ’ επέκταση στη δική της άνοδο στην εξουσία. Ο Πελοποννησιακός πόλεμος αποτελούσε ιδανική αφορμή για τέτοιου είδους εξωτερικές επεμβάσεις, εφόσον κατά τη διάρκεια της ειρήνης καμία παράταξη δεν είχε κάποια εύλογη πρόφαση, ώστε να ζητήσει εξωτερική βοήθεια, μα ούτε και τη διάθεση να εμπλακεί σε μια ανάλογη πολεμική περιπέτεια. Το ξέσπασμα και η μακρά διάρκεια του πολέμου, ωστόσο, ενίσχυσε τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς και αποτέλεσε για τις αντίπαλες πολιτικές παρατάξεις το ζητούμενο έναυσμα για την ανενδοίαστη και με κάθε μέσο διεκδίκηση της τελικής επικράτησης.
 
2Γιατί ο Θουκυδίδης στο 3.82.2 αποδίδει στον πόλεμο το χαρακτηρισμό «δάσκαλος της βίας» (βίαιος διδάσκαλος); Να γράψετε ένα κείμενο στο οποίο να αναλύετε τη δική σας άποψη σχετικά με την κρίση αυτή του ιστορικού.
 
Ο πόλεμος χαρακτηρίζεται από τον ιστορικό «δάσκαλος της βίας», διότι οι συνθήκες που διαμορφώνονται στο πλαίσιό του αλλοιώνουν δραστικά το ήθος των ανθρώπων και τους οδηγούν σε ακραίες αντιδράσεις. Σε αντίθεση με την ειρηνική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας οι άνθρωποι είναι ψυχικά ήρεμοι και νηφάλιοι, εφόσον δεν είναι αντιμέτωποι με πιεστικές ανάγκες, η ανατροπή των δεδομένων που επιφέρει ο πόλεμος αλλάζει τελείως τη συμπεριφορά και τη νοητική τους κατάσταση. Η αίσθηση της απειλής, η έλλειψη τροφίμων, η καχυποψία κι η επείγουσα ανάγκη να προστατεύσουν τους οικείους τους, εξωθούν ακόμη και τους πιο ηθικούς ανθρώπους σε πράξεις που ουδέποτε άλλοτε θα σκέφτονταν να διαπράξουν.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου επικρατεί το ένστικτο της επιβίωσης κι οι άνθρωποι παύουν να σκέφτονται νηφάλια, καθώς γνωρίζουν πως δεν υπάρχουν πια περιθώρια για δισταγμούς και ήπιες αντιδράσεις. Έρχονται, επί της ουσίας, αντιμέτωποι με την επίγνωση πως αν δεν παλέψουν για τη ζωή τους κι αν δεν φερθούν με τον πιο ακραίο εγωισμό δε θα μπορέσουν να επιβιώσουν. Κατ’ αυτό τον τρόπο ο πόλεμος τους «μαθαίνει» πώς να παραμερίζουν τις ηθικές αρχές τους και το σεβασμό για τους συνανθρώπους τους τους εξαναγκάζει να προσαρμοστούν σε μια νέα σκληρή πραγματικότητα, στο πλαίσιο της οποίας η ανθρωπιά δεν έχει καμία θέση.
Πρόκειται για μια γοργή, βίαιη και αναπόδραστη προσαρμογή σ’ έναν νέο τρόπο ζωής και σκέψης που επιτάσσει την πλήρη απαλλαγή από τις όποιες ηθικές αναστολές και την υιοθέτηση μιας απάνθρωπης και κτηνώδους συμπεριφοράς. Πρόκειται, μάλιστα, για ένα μάθημα που δίνεται υπό την πίεση της πείνας, των στερήσεων και του φόβου, γι’ αυτό κι η αποτελεσματικότητά του είναι δεδομένη. Οι άνθρωποι χάνουν την πραγματική τους ταυτότητα, εγκαταλείπουν τις αρχές τους, αλλάζουν τελείως τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα πράγματα και μαθαίνουν πως μόνο η βία κι η αναλγησία μπορούν να τους διασφαλίσουν την επιδιωκόμενη επιβίωση.
 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΕΚΘΕΣΗ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΡΙΤΗΡΙΟ 2

ΕΚΘΕΣΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΣΥΝΕΞΕΤΑΣΗ ΟΔΗΓΙΕΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ