ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΓΡΑΜΜΕΝΟΥ
Μεταξύ
θεών
Ήταν σχεδόν δεκαεπτά. Φτωχός
πολύ, δίχως πατέρα.
Αποφασίστηκε να πάει
στα καράβια για να βοηθήσει.
Βρέθηκε ο καπετάνιος
βολικός και μπάρκαρε
Εδούλευε πολύ σκληρά
και έστελνε κάρτες με
ονόματα εξωτικά και άγνωστα
- Μαρσίγια, Αμβέρσα,
Ίντια.
Ολημερίς εγυάλιζε τα
μπρούντζα του καραβιού
Έπλενε και συμμάζευε
Τοίμαζε τον καπνό του
καπετάνιου και το ρούμι.
Όλα ήταν καλά -το’γραψε
και της μάνας του που το ’χε έγνοια-
και δυό φορές της έστειλε
και δέμα. Υφάσματα ακριβά.
Βελούδα κόκκινα και
κίτρινα μεταξωτά.
Κάθε Σαββάτο απόγευμα,
εκείνη έτρεχε
όχι σε τίποτα ξωκλήσια
μα στον ακριανό τον φάρο
Έχυνε λάδι και κρασί, σπονδή
στον Ποσειδώνα,
-έτσι της είπε ο
γραμματικός-
προστάτη του πελάγους.
Έσταζε η μάνα τις χοές
με μια συγκίνηση στα βάθη των ματιών της
κι ούτε που άκουγε τα
μοχθηρά τα γέλια του θεού.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου